Ακόμα όμως, κι αν η αντικατάσταση μιας βαλβίδας ήταν επιτυχής και η προσπάθεια των καρδιοχειρουργών μεγάλη, πολλές φορές ο ιστός πάνω στον οποίο ράβεται η βαλβίδα δεν είναι αρκετά ανθεκτικός. Αυτό μπορεί να συμβεί είτε επειδή είναι από τη φύση του έτσι, είτε επειδή υπήρξε κάποια μόλυνση που οδήγησε σε προβλήματα της βαλβίδας, η οποία στη συνέχεια έπρεπε να αντικατασταθεί. Αυτό έχει ως συνέπεια, η όχι και τόσο καλή ποιότητα η ανεπαρκής ποιότητα του ιστού να οδηγήσει σε χαλάρωση των ραμμάτων που συνδέουν την βαλβίδα με τον ιστό, με αποτέλεσμα στην περιοχή όπου εμφανίζεται αυτή η χαλάρωση να υπάρχει παράπλευρη διαφυγή του αίματος σαν να ήταν η βαλβίδα ανεπαρκής.
Ποια είναι τα συμπτώματα σε μία πάραβαλβιδική διαφυγή;
Τα συμπτώματα είναι κλινικά τα ίδια με αυτά μιας ανεπάρκειας της βαλβίδας. Εφόσον το αίμα παλινδρομεί λόγω αυτής της χαλαρότητας των ραφών, έχουμε μία κατάσταση που ισοδυναμεί με ανεπάρκεια βαλβίδας, δηλαδή σαν να μην κλείνει καλά η βαλβίδα και το αίμα να διεκφεύγει. Εν ολίγοις, τα συμπτώματα έχουν να κάνουν με δύσπνοια, γρήγορη κόπωση και σε προχωρημένο στάδιο και πόνο στο στήθος (στηθάγχη). Επίσης, λόγω της ιδιαίτερης μορφής ανεπάρκειας, παρατηρείται και αιμόλυση δηλαδή τα ερυθρά κύτταρα του αίματος καταστρέφονται και τα διάφορα στοιχεία, που εμπεριέχονται μέσα σε αυτά τα κύτταρα, αφήνονται ελεύθερα στο αίμα με αποτέλεσμα οι τιμές τους να είναι αυξημένες στις εξετάσεις αίματος. Σε συνδυασμό όλα αυτά μπορεί να οδηγήσουν σε περαιτέρω αναιμία, ανάγκη πολλαπλών μεταγγίσεων, καρδιακή ανεπάρκεια και νεφρική ανεπάρκεια.
Μπορεί μια παραβαλβιδική διαφυγή να αντιμετωπιστεί συντηρητικά;
Αυτό εξαρτάται από το στάδιο, στο οποίο έχει φτάσει αυτή η παραβαλβιδική διαφυγή. Αν είναι μικρή τότε, ναι, μπορεί να αντιμετωπιστεί και συντηρητικά με φάρμακα και συχνές εξετάσεις αίματος, προκειμένου να αναγνωριστούν έγκαιρα πιθανά προβλήματα λόγω της αιμόλυσης. Εάν όμως, η παραβαλβιδική διαφυγή είναι σε προχωρημένο στάδιο, τότε μια συντηρητική θεραπεία δεν είναι αποδοτική και παρατείνει το πρόβλημα, δυσχεραίνοντας την κατάσταση για μελλοντικές θεραπείες.
Ποιες θεραπείες υπάρχουν για μία παραβαλβιδική διαφυγή;
Δύο είναι οι θεραπείες που μπορούν να βελτιώσουν το πρόβλημα. Είτε ο ασθενής ξανάχειρουργείται προκειμένου να γίνουν νέες ραφές μεταξύ της βαλβίδας και του ιστού της καρδιάς είτε τοποθετούμε με καθετήρα διαδερμικά μικρά δισκία ή έμβολα στο σημείο, όπου υπάρχει η χαλάρωση των ραφών και διαφυγή του αίματος. Με αυτόν τον τρόπο, μπορούμε διαδερμικά να κλείσουμε τη διαφυγή χωρίς να χρειάζεται ο ασθενής να ξαναχειρουργηθεί.
Ποια είναι τα πλεονεκτήματα της διαδερμικής θεραπείας της παραβαλβιδικής διαφυγής;
Το μεγάλο πλεονέκτημα είναι ότι ο ασθενής δε χρειάζεται να ξαναχειρουργηθεί, να υποστεί δηλαδή όλη αυτή τη διαδικασία ενός χειρουργείου και μιας ολικής αναισθησίας. Η διαδερμική θεραπεία γίνεται με τοπική αναισθησία και μια πολύ μικρή μέθη, εάν αυτή θεωρηθεί απαραίτητη, όπως σε περιπτώσεις που ο ασθενής είναι αρκετά αγχωμένος. Επίσης, ένα περαιτέρω πλεονέκτημα της διαδερμικής θεραπείας, είναι ότι εάν με την πάροδο του χρόνου η βαλβίδα παρουσιάσει κάποιο πρόβλημα τότε ο ασθενής μπορεί να χειρουργηθεί για μια δεύτερη φορά προκειμένου να αλλαχθεί η βαλβίδα, με αφαίρεση σαφέστατα και των εμβόλων που είχανε τοποθετηθεί διαδερμικά. Αυτό δίνει την δυνατότητα να εξοικονομηθεί ένα χειρουργείο, ένα χειρουργείο το οποίο θα επιβάρυνε έξτρα τον ασθενή και θα δυσχέραινε τις συνθήκες και την διεξαγωγή ενός καινούργιου χειρουργείου σε περίπτωση που η βαλβίδα χρειαζόταν μετά από χρόνια κάποια αλλαγή.